σπαθώ

σπαθώ
-άω, Α [σπάθη]
1. (υφαντ.) χτυπώ το στημονι ή το υφάδι με τη σπάθη για να γίνει το ύφασμα πυκνό («σπαθᾱν τὸν ἱστὸν», Φιλύλλ.)
2. διασπαθίζω, σπαταλώ, ξοδεύω άσκοπα («σπαθῶντος τὰ χρήματα καὶ τὰς προσόδους ἀπολλύντος», Πλούτ.)
3. κλαδεύω («σπαθῶ τὰ μεγάλα τῶν φυτῶν», Φιλόστρ.)
4. μέσ. σπαθῶμαι, -άομαι
αλαζονεύομαι.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем написать курсовую

Look at other dictionaries:

  • κατασπαθώ — κατασπαθῶ, άω (Α) καταναλώνω με ηδυπάθεια. [ΕΤΥΜΟΛ. < κατ(α) * + σπαθῶ (< σπαθῶ «καταναλώνω, ξοδεύω»), πρβλ. δıα σπαθώ, εν σπαθώ] …   Dictionary of Greek

  • ασπάθητος — ἀσπάθητος, ον (Α) [σπαθώ ( άω)] 1. (για ύφασμα) αυτός που δεν έχει χτυπηθεί πολύ με τη σπάθη* του αργαλιού, που δεν έχει πυκνή ύφανση 2. (για παράταξη στρατιωτών) ο αραιός …   Dictionary of Greek

  • ενσπαθώ — ἐνσπαθῶ, άω (Α) [σπαθώ] διασπαθίζω, σπαταλώ …   Dictionary of Greek

  • ευσπάθητος — εὐσπάθητος, ον (Α) ο υφασμένος προσεκτικά. [ΕΤΥΜΟΛ. < ευ + σπαθητός (< σπαθώ «κτυπώ το στημόνι με τη σπάθη τού αργαλειού»)] …   Dictionary of Greek

  • καιροσπάθητος — καιροσπάθητος, ον (Α) πυκνά υφασμένος, στερεός. [ΕΤΥΜΟΛ. < καῖρος «τα νήματα τού στημονιού τού αργαλειού» + σπάθητος (< σπαθῶ «υφαίνω σφιχτά»), πρβλ. ευ σπάθητος, λεπτο σπάθητος] …   Dictionary of Greek

  • λεπτοσπάθητος — λεπτοσπάθητος, ον (Α) υφασμένος με λεπτό τρόπο, λεπτοϋφασμένος. [ΕΤΥΜΟΛ. < λεπτ(ο) * (< επίρρ. λεπτά) + σπαθητός (< σπαθῶ, άω < σπάθη), πρβλ. ευ σπάθητος, καιρο σπάθητος] …   Dictionary of Greek

  • σπάθημα — ήματος, τὸ, ΜΑ [σπαθῶ] μσν. φρ. «σπάθημα φρενῶν» ευφυής άνθρωπος, πανούργος αρχ. (για ύφασμα) ο πυκνά υφασμένος με σπάθη, κρουστός …   Dictionary of Greek

  • σπάθησις — ήσεως, ἡ, ΜΑ [σπαθῶ] μσν. διασπάθιση, σπατάλη αρχ. το να χτυπά κανείς το ύφασμα με τη σπάθη για να γίνει πιο πυκνό …   Dictionary of Greek

  • σπαθητής — ὁ, Α [σπαθώ] σπάταλος, άσωτος …   Dictionary of Greek

  • σπαθητός — ή, όν και δωρ. τ. σπαθατός, ά, όν, Α [σπαθῶ] 1. (για ύφασμα) πυκνά υφασμένος, κρουστός 2. (κατά τον Ησύχ.) «σπαθητόν γυναικεῑον» …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”